Η εξάρτηση από το κάπνισμα
Τους καπνιστές σε γενικές γραμμές μπορούμε να τους εντάξουμε σε μία από τις παρακάτω δύο κατηγορίες:
- Τους περιστασιακούς καπνιστές, δηλ. τους ανθρώπους που καπνίζουν επανειλημμένα, αλλά όχι τακτικά. Παράδειγμα: όσοι καπνίζουν μόνο όταν βρεθούν μαζί με φίλους.
- Τους κανονικούς καπνιστές, δηλ. τους ανθρώπους που καπνίζουν σε κανονική βάση, είτε αυτό το κάνουν κάθε ημέρα, είτε κάθε Σαββατοκύριακο. Κανονικός θεωρείται και ο καπνιστής που καπνίζει μόνο 1 έως 2 τσιγάρα ημερησίως.
Αν υπήρχαν καπνιστές που επί χρόνια κάπνιζαν περιστασιακά και μικρό αριθμό τσιγάρων, αυτοί δεν θα προκαλούσαν στον οργανισμό τους σημαντικά προβλήματα υγείας. Η μακροχρόνια παραμονή στο περιστασιακό κάπνισμα, όμως, είναι κάτι το εξαιρετικά σπάνιο, ενώ αντιθέτως πολύ συνηθισμένο είναι ο περιστασιακός καπνιστής να μετατρέπεται, αργά ή γρήγορα, σε κανονικό καπνιστή.
Αυτή η μονής κατεύθυνσης μετακίνηση των καπνιστών από το περιστασιακό στο τακτικό κάπνισμα αναδεικνύεται ιδιαίτερα στις περιπτώσεις των κανονικών καπνιστών που σκέφτονται ότι αντί να διακόψουν θα ήταν πιο συμφέρον και ευκολότερο γι’ αυτούς να ελαττώσουν την κατανάλωση και να γίνουν για πολύ καιρό περιστασιακοί καπνιστές. Δυστυχώς γι’ αυτούς, αυτή η σκέψη αποδεικνύεται στην πράξη ανέφικτη. Πολύ γρήγορα η προσπάθεια τους αποτυγχάνει και ξαναπέφτουν στην προηγούμενη κακή πρακτική τους, καπνίζοντας και πάλι πολλά τσιγάρα κάθε μέρα.
Ο κανονικός καπνιστής που επιδιώκει να γίνει και να παραμείνει περιστασιακός, θέτει λάθος στόχους και ξοδεύει χρόνο και ενέργεια χωρίς αποτέλεσμα.
Σαν γενική αρχή ισχύει ότι :
Όποιος καπνίζει, ακόμα και αν αυτό γίνεται περιστασιακά, πρέπει να το κόψει οριστικά.
Γιατί , όμως, οι καπνιστές εθίζονται στο κάπνισμα;
Ανάμεσα στις χιλιάδες ουσίες του καπνού υπάρχει ως γνωστόν και η νικοτίνη. Μία άχρωμη ουσία που απορροφάτε αμέσως από τους πνεύμονες του καπνιστή, μπαίνει στην κυκλοφορία του αίματος και μέσα σε 6 – 7 δευτερόλεπτα φτάνει στον εγκέφαλο.
Η νικοτίνη έχει τόσο τονωτικές, όσο και κατευναστικές, επιδράσεις στο ανθρώπινο σώμα.
Αρχικά προκαλεί ευφορία, γιατί δρα στα εγκεφαλικά κύτταρα κατά τον ίδιο τρόπο που δρουν οι ειδικές φυσιολογικές ουσίες που υπάρχουν εκεί για τη δημιουργία των ευχάριστων συναισθημάτων.
Η νικοτίνη διεγείρει τη μνήμη, αυξάνει την επαγρύπνηση και ενισχύει τις δυνατότητες γρήγορης αντίδρασης σε εξωτερικά ερεθίσματα. Επίσης, ελαττώνει το στρες, ανακουφίζει την πλήξη και μειώνει την επιθετικότητα.Αυτές οι « καλές» δράσεις της νικοτίνης διαρκούν λίγα μόνο λεπτά.
Σε νέους καπνιστές η δράση της νικοτίνης στον εγκέφαλο μπορεί να είναι ισχυρή και γι’ αυτό να αισθανθούν ζαλάδα (ναυτία) ή ακόμα και ελαφρύ τρέμουλο.
Στη συνέχεια ο οργανισμός απαιτεί ολοένα και περισσότερες ποσότητες νικοτίνης για να επιτύχει τα ευχάριστα αποτελέσματα. Συνηθίζοντας πλέον να χρησιμοποιεί τη συγκεκριμένη ουσία, ο οργανισμός του καπνιστή απαιτεί να του χορηγείται τακτικά και στις ανάλογες δόσεις, αλλιώς εμφανίζει τα δυσάρεστα συμπτώματα στέρησης. Πολλοί ερευνητές εκτιμούν ότι η εθιστική δράση της νικοτίνης παρομοιάζει με αυτή των ναρκωτικών ουσιών και του οινοπνεύματος. Γι’ αυτό το λόγο πολλοί επιστήμονες σε διάφορες χώρες εισηγήθηκαν στις κυβερνήσεις τους να συμπεριλάβουν τη νικοτίνη στην κατηγορία των απαγορευμένων εξαρτησιογόνων ουσιών.
Στον υπόλοιπο οργανισμό η νικοτίνη προκαλεί:
- Αύξηση των βρογχικών εκκρίσεων, σύσπαση των βρόγχων, αύξηση και στη συνέχεια καταστολή των αναπνευστικών μυών ( που όλα αυτά εμποδίζουν τη φυσιολογική αναπνοή).
- Αύξηση του εντερικού τόνου ( γι’ αυτό και το πρώτο τσιγάρο μαζί με τον καφέ αποτελούν ερέθισμα για την λειτουργία του εντέρου)
- Αύξηση των σφίξεων ( από 10 – 20 το λεπτό)
- Σύσπαση των τοιχωμάτων των αγγείων.
- Αύξηση της αρτηριακής πίεσης ( κατά 5- 10 mmHG – μονάδες)
- Αύξηση της συγκόλλησης των αιμοπεταλίων ( σημαντικός παράγοντας μαζί με την καταστροφή των τοιχωμάτων των αγγείων για να δημιουργηθούν θρόμβοι και να φράξουν τα αγγεία και να διακοπεί σε κάποιο μέρος του σώματος η κυκλοφορία του αίματος)
- Αύξηση του σακχάρου του αίματος και της παραγωγής της ινσουλίνης
Επίσης η νικοτίνη μειώνει την όρεξη και παρεμβαίνει στον μεταβολισμό των τροφών, ( γι αυτό και πολλοί καπνιστές φοβούνται να κόψουν το κάπνισμα για να μην παχύνουν)
Αλλά δεν είναι μόνο η σωματική, οργανική, εξάρτηση που προκαλείται από την ουσία νικοτίνη. Είναι και η ψυχολογική εξάρτηση, αφού το κάπνισμα με την πάροδο του χρόνου μετατρέπεται σε συνήθεια, σε τελετουργία που χρησιμοποιεί ο καπνιστής για να ανταπεξέλθει με τις διάφορες καταστάσεις που βιώνει. Αυτή η ψυχολογική διάσταση της εξάρτησης αποδεικνύεται η πιο δύσκολη να ξεριζωθεί και είναι αυτή που τραβάει για πολύ μεγαλύτερο χρονικά διάστημα τον καπνιστή που διέκοψε προς τα πίσω, δηλ. στο να ξαναρχίσει την ανθυγιεινή συνήθεια του καπνίσματος. Η αλλαγή, το σπάσιμο, της σχέσης του καπνίσματος με τις διάφορες καταστάσεις με τις οποίες το συνδέει ο καπνιστής είναι πολύ σημαντική παράμετρος στην προσπάθεια διακοπής του καπνίσματος.